Ernst von Salomon, το αριστοκρατικό μέλος των Freikorps: ο εξόριστος, ο απαγορευμένος καταστροφέας των πάντων, o εχθρός του σύγχρονου πολιτισμού. 

Ο Ernst von Salomon ήταν ο παρίας, αυτός ο εξόριστος, καταστροφέας των πάντων, αφοσιωμένος στην περιθωριοποίηση που  περπάτησε στα ερείπια από μάχη σε μάχη και πρόθυμος να καταστρέψει ακόμη και τον εαυτό του για να λιθοβολήσει τον σύγχρονο πολιτισμό. Κρεμασμένος στους κόλπους μιας παράλογης, καταστροφικής, αρρενωπής, αισθητικής, ηρωικής Kultur, ο von Salomon χρειάστηκε να αντιμετωπίσει την «Zivilisation», με την παρακμή της  ορθολογικής και εγωιστικής αστικής τάξης, με επίκεντρο το συμφέρον του ατόμου μέσα σε μια κοινωνία που παρακμάζει.  

Ο Ernst von Salomon γεννήθηκε στο Κίελο της Γερμανίας το 1902, από μια οικογένεια μακρινής γαλλο-γερμανικής αριστοκρατικής καταγωγής. Μετά από αρκετές σχολικές αποτυχίες, ο πατέρας του τον μύησε σε μια στρατιωτική καριέρα. Ο νεαρός Ernst κοίταξε τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο με έκπληξη, για να ενταχθεί στα Freikorps το 1919. Όπως ο Junger , έτσι και αυτός ερμήνευσε τη φιγούρα της σύγχρονης εποχής ενάντια στην νεωτερικότητα του εικοστού αιώνα. Ενάντια στην  δημοκρατία των συμφερότων, αυτή της Βαϊμάρης, ενάντια τα σύμφωνα των Βερσαλλιών και τις αξίες της αστικής Gestalt (αστική ασφάλεια , κοινωνικός έλεγχος, εμπορικό πνεύμα, οπορτουνισμός), η ζωή του von Salomon σημαδεύτηκε εξ ολοκλήρου από μια ιεραρχική-στρατιωτική αντίληψη, πάντα πολιτικοποιημένη, με στόχο την αντιπαράθεση και σε σύγκρουση εναντίον του οικοδεσπότη, εκείνου που αρνείται την ταυτότητα του άλλου. Στα Freikorps ο  von Salomon υπέστη τη γοητεία της βίας, που έγινε κατανοητή ως μια ερωτική και αισθητική παρόρμηση και σε αυτές τις παραστρατιωτικές και παράτυπες πολιτοφυλακές αναζητούσε τη λύτρωση του, την εκδίκηση του γερμανικού πνεύματος ενάντια στην «προδότρια» δημοκρατία. 

Το 1922 καταδικάστηκε σε 5 χρόνια φυλάκιση για τη δολοφονία του τότε υπουργού Εξωτερικών Walter Rathenau, αλλά εξέτισε μόνο λίγους μήνες από την ποινή του. Η εμπειρία του στα Freikorps, δημοσιεύτηκε στο περίφημο έργο του “Die Geächteten” (τα Απαγορευμένα), ένα ιστορικό και υπαρξιακό έπος των «στρατιωτών της τύχης» που οφείλουν  την αγριότητά τους στον εμφύλιο πόλεμο που σημάδεψε την αρχή της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, πρωταγωνιστές πρώτα της σκληρής καταστολής κατά την οποία δολοφονήθηκαν η Rosa Luxemburg και ο Karl Liebknecht και τέλος της μακροχρόνιας τρομοκρατικής υπόθεσης που κορυφώνεται με τη δολοφονία του υπουργού Rathenau. Είναι ένα πολύτιμο ντοκουμέντο για την κατανόηση της ευρωπαϊκής ιστορίας που προετοίμασε τον εθνικοσοσιαλισμό και ταυτόχρονα, ένα μυθιστόρημα τρομακτικά επίκαιρο, αυτής της αισθητικής της βίας που είναι η βάση κάθε επανάστασης. Από τα “Απαγορευμένα” λοιπόν, προκύπτει σε ένα αυτοβιογραφικό κλειδί, το τρομερά βίαιο όραμα της πολιτικής και του πολέμου. Αυτές φαίνεται να είναι οι μόνες περιπτώσεις ικανές να απομακρύνουν τον σύγχρονο άνθρωπο από την αστική τάξη, να τον θέσουν πριν από την ακραία πράξη, την ολοκληρωτική αυτοθυσία, που αποκαλύπτει μια ιεράρχηση της κοινωνίας με βάση ένα αριστοκρατικό κριτήριο, ανώτερη από την αστική οικονομική αναλογία που διατάσσει την πραγματικότητα σύμφωνα με τη νομισματική αρχή. 

Το έργο αυτό περιφρονεί τον αστό, τη μικρότητά του, τη μικροπρέπειά του, την οικονομική του αξία ως ομογενοποιητική δύναμη ικανή να εντάξει όλη την πραγματικότητα στη μορφή της. Στο βιβλιο “Überlegungen eines Unpolitischen” του Thomas Mann προτείνεται η ίδια δυναμική της σύγκρουσης στην οποία συμμετέχει ο δικός μας αιρετικός: «βαθιά κουλτούρα ενάντια στον επιφανειακό πολιτισμό, οργανική κοινότητα έναντι της μηχανικής κοινωνίας, ήρωες εναντίον εμπόρων, αίσθημα ενάντια στον συναισθηματισμό, αρετή έναντι του λογαριασμού». Εν ολίγοις, ο von Salomon  κατάλαβε ότι ο πόλεμος που διεξήγαγαν τα Freikorps (συχνά εκμεταλλευόμενα για δημοκρατικούς σκοπούς) και οι συγκρούσεις μεταξύ εθνικιστών και κομμουνιστών, αποδείχθηκαν λειτουργικές για την αποκρυστάλλωση της αστικής τάξης, που τώρα κυριαρχεί. Αποστασιοποιήθηκε επίσης από την άνοδο του Χίτλερ στην καγκελαρία το 1933 και από τον εθνικοσοσιαλισμό, τον οποίο το βιβλίο του θεωρεί ως συμβιβαστική εκπόρευση της αστικής ιδεολογίας. Ο Von Salomon κατέληξε στους καταλόγους των επαναστατών που αντιτάχθηκαν στο Τρίτο Ράιχ. 

Εν τω μεταξύ, η προσοχή του είχε στραφεί για αρκετό καιρό στον αγροτικό κόσμο και αυτό φαίνεται σε όλες τις αντιφιλελεύθερες ενεργειές του, για την προμοντέρνα, προκαπιταλιστική ανθρωπολογία της οποίας ήταν ο φορέας. Οι δεσμοί χώματος και αίματος αντικατέστησαν τους αστικούς εμπορικούς δεσμούς. Ο κόσμος των αγροτών ήταν μια δεξαμενή με ιστορίες, παραδόσεις, τελετουργίες, χρήσεις, έθιμα και ήταν οντολογικά αντίθετος με την πόλη, επενδυμένος από τους μύθους της προόδου, της τεχνολογίας, έδρα της διαφθοράς. Το αγροτικό σύμπαν ήταν το σημείο επαφής μεταξύ των εθνικιστικών πρωτοποριών και των κομμουνιστών, ωστόσο, αναπόφευκτα το NSDAP ήταν πιο ικανό να κολακέψει τα αντικαπιταλιστικά αισθήματα των αγροτών, σε μια σύγκρουση με το αστικό κράτος και τη γραφειοκρατία του, που πρότεινε ιδέες σαφείς και απλοποιημένες. Ο αναρχισμός του αγροτικού κινήματος (Landvolkbewegung) που δομήθηκε μεταξύ 1928 και 1933, αφού φαινόταν ότι ήταν η δύναμή του, ήταν στην πραγματικότητα η αιτία για την ένταξη πολλών στον Εθνικοσοσιαλισμό. Ο von Salomon , αφού τάχθηκε δίπλα στο κίνημα, το παρακολούθησε απογοητευμένος να συμβιβάζεται, υποστηρίζοντας την ασυμβατότητα μεταξύ των επαναστατικών φιλοδοξιών και της αγροτικής ουσίας. 

Επιστρέφοντας στο Βερολίνο, συνελήφθη για τις ανατρεπτικές του δραστηριότητες στη γερμανική ύπαιθρο και άρχισε να ενδιαφέρεται για τις εθνικο-μπολσεβίκικες θέσεις. Μόλις απελευθερώθηκε, δημιούργησε έναν ανεξάρτητο χώρο για τον εαυτό του και όλη την εθνικοσοσιαλιστική περίοδο αφιέρωσε τον εαυτό του στη λογοτεχνία και τον κινηματογράφο και έγραψε δοκίμια, μυθιστορήματα και σενάρια. Αιώνια αντίθετα στο ρεύμα και αιώνια ηττημένος, μεγάλωσε σε στρατιωτική καριέρα και στη συνέχεια κατέληξε να γράφει σενάρια για αντιμιλιταριστικές ταινίες, ήταν υποστηρικτής του Hitler όταν ήταν άγνωστος και μετά αντιναζιστής μόλις ο Furher ήρθε στην εξουσία. Κατάφερε να προστατεύσει την Εβραία σύζυγό του καθ’ όλη τη διάρκεια του Τρίτου Ράιχ και στη συνέχεια συνελήφθη και κακομεταχειρίστηκε από τα αμερικανικά στρατεύματα το 1945.  Σε μια συνέντευξη που άφησε λίγο πριν το θάνατό του το 1972, έκλεισε έτσι: «Ήμουν αρκετά τυχερός να ζήσω μια τρομερά τρελή και παθιασμένη εποχή, αλλά μη μου ζητήσετε να δω τη ζωή για κάτι άλλο από αυτό που είναι στην πραγματικότητα: μια φάρσα». 

4 απαντήσεις στο “Ernst von Salomon, το αριστοκρατικό μέλος των Freikorps: ο εξόριστος, ο απαγορευμένος καταστροφέας των πάντων, o εχθρός του σύγχρονου πολιτισμού. ”

  1. μανιτζέβελος Άβαταρ
    μανιτζέβελος

    Μεγάλος και δυστυχώς ξεχασμένος συγγραφέας ο Ζάλομον (με Ζ, όχι Σ). Ήταν σε Φράικορπς και στις μυστικές πρωτο-Ε/Σ οργανώσεις επί Βαϊμάρης. Ο αδερφός του Bruno ήταν στο NSDAP, μάλιστα ανήκε σε αυτούς που έφυγαν το 1930 με τον Ότο Στράσερ και τον Bodo Uhse, ο Bruno έγινε τελικά κομμουνιστής. Ο Ερνστ συνέχισε να γράφει. Παντρεύτηκε την Ίλε, που, ενώ ήταν συντηρητική πατριώτισσα που κατά ομολογία της «ήθελε να αγαπά τη Γερμανία και τους Γερμανούς», τύγχανε να είναι και Εβραία. Κατάφερε ο Ερνστ να τη σώσει από διώξεις επί Ε/Σ και έζησαν μια ήσυχη ζωή μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Μετά τον πόλεμο ο Ερνστ έγραψε «Το ερωτηματολόγιο» (Das Fragebogen) όπου έδινε ειρωνικές απαντήσεις στο «ερωτηματολόγιο αποναζιστικοποίησης» που έδιναν οι Αμερικάνοι κατακτητές προς συμπλήρωση στους Γερμανούς πολίτες. Σε αυτό περιγράφει ρεαλιστικά την υποκρισία και τον κυνισμό των Αμερικάνων «ελευθερωτών».

    Δεν είχε μεταφραστεί τίποτα από τον Ζάλομον μέχρι τώρα στα ελληνικά, αν και κατά τη γνώμη μου είναι πολύ ανώτερος του Ernst Junger.

    Ο αείμνηστος, έντιμος αριστερός αγωνιστής Παναγιώτης Βήχος είχε κάποτε μεταφράσει στο Πολιτικό Καφενείο μια κριτική του Λούκατς για τον Ζάλομον. Του είχε μια κάποια αδυναμία ο Λούκατς, για να του αφιερώσει πέντε ολόκληρες σελίδες στον επίλογο της Καταστροφής του Λόγου. Την παραθέτω αυτούσια γιατί περιέχει κομμάτια από το έργο του Ζάλομον, που δεν υπάρχουν αλλού στα ελληνικά.

    «Αυτός ο κυνισμός της «μη γνώσιμης» σκέψης είναι πολύ διαδεδομένος ανάμεσα στους διανοούμενους της Δυτικής Γερμανίας. Φτάνει στο απόγειό του στο Ερωτηματολόγιο του Ερνστ φον Ζάλομον {Ernst von Salomon}, που ίσως γι’ αυτό γνώρισε μεγάλη κυκλοφορία. Ο Ζάλομον ανήκει και αυτός στην κατηγορία των διανοουμένων που βοήθησαν αντικειμενικά την έλευση του χιτλερισμού, που αργότερα είχαν «επιφυλάξεις» για το καθεστώς, και που, μετά το τέλος του πολέμου, προσπάθησαν να βρουν μια δικαιολογία στο δικό τους «j’ ai vecu» (βίωσα). Ο κυνισμός του Ζάλομον ξεχωρίζει από αυτόν των Χάιντεγκερ, Καρλ Σμιτ και Ερνστ Γιούνγκερ χάρη στην ειλικρίνειά του. Δεν ωραιοποιεί το «βίωσά» του, προσπάθησε απλώς να επιβιώσει μέσα στο χιτλερικό καθεστώς, με τις ανετότερες δυνατές υλικές συνθήκες, και η «αντίθεσή» του περιοριζόταν σε κάποιες «επιφυλάξεις» που εκδήλωνε σε πολύ οικείους κύκλους. Στον Ζάλομον, το μη γνώσιμο έχει ένα χαρακτήρα πεζό και υγιή, απαλλαγμένο από οποιονδήποτε υπαρξιακό μανδύα. Δεν είναι παρά μια κωμωδία κάτω από το χιτλερικό καθεστώς.

    Αντίθετα, ο Ερνστ Γιούνγκερ, του οποίου ο Εργάτης συνέτεινε πολύ περισσότερο στη γέννηση της ναζιστικής ιδεολογίας από ότι τα μυθιστορήματα του Ζάλομον, συμμετείχε πολύ πιο ενεργά στο καθεστώς (εξάλλου σε θέσεις μάλλον διακοσμητικές), όμως επιμένει ακόμα εντονότερα, κατόπιν εορτής, στην «αντίθεσή» του. Η αντίθεση αυτή παίρνει τη μορφή μιας αριστοκρατικής διαμαρτυρίας ενάντια στο «λαϊκίστικο» χαρακτήρα του χιτλερισμού, όχι όμως ενάντια στην κοινωνική του δημαγωγία. Εκεί που ο Γιούνγκερ διαφοροποιείται από τον Σμιτ είναι όταν βάζει σε πρώτο πλάνο, εν όψει της δικτατορίας του κεφαλαίου, το ρόλο της πρωσικής παριστοκρατίας, των Γιούνκερς {Junkers} (βλ. το «Burgenland» στο μυθιστόρημα Heliopolis). Σε ότι αφορά τη φιλοσοφία, ο Γιούνγκερ χαιρετίζει στο μύθο και στη μαγεία τα χαρακτηριστικά σημάδια του αιώνα μας σε σχέση με τον προηγούμενο αιώνα: «Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του πνεύματος του 20ου αιώνα είναι η ανικανότητά του να δει αυτό που ενώνει τη ratio με τα άδυτα. Μέσα στην υπεροψία του, φανταζόταν ότι η εξέλιξη προχωρούσε σε μια γραμμή που είχε χαράξει, σε ένα αρμονικό περιβάλλον προσεκτικά οριοθετημένο, που δημιούργησε και έλεγχε και που ονόμαζε Συνείδηση. Υπό αυτές τις συνθήκες, ένα ξύπνημα ήταν αναπόφευκτο. Συνέβη την ίδια στιγμή που οι ρίζες του ορθολογισμού άγγιξαν το λίκνο του μύθου. Αυτό φαίνεται στις λέξεις, στη σκέψη, ακόμα και στις επιστήμες: όλα έγιναν πιο δυνατά από το μέτρο και τη μετριοφροσύνη του ανθρώπου. Τότε, ύστερα από τρομερές μονομαχίες, μυθικές μορφές βάδισαν κατά των ορθολογικών μορφών, και στη λάμψη των πυρκαγιών εμφανίστηκαν κόσμοι ονείρου και νυχτερινής μαγείας». Ο Γιούνγκερ κατατάσσεται μαζί με τους ιδεολόγους που, όπως ο Γιάσπερς, ο Χάιντεγκερ και ο Καρλ Σμιτ, επικαλέστηκαν την ιδιότητά τους των «αντιστασιακών» επί Χίτλερ για να προσφέρουν στο νέο ιμπεριαλισμό το όπλο του ανορθολογιστικού μύθου και να προσφερθούν οι ίδιοι σαν οι κήρυκές του.

    Η συμπεριφορά του Ζάλομον κατά την περίοδο πριν τον Χίτλερ ήταν αυτή ενός περιθωριακού. Μπλεγμένος σε διάφορα γκρουπούσκουλα, ενοχοποιήθηκε για το φόνο του Ράτεναου {Rathenau} και συμμετείχε στην κίνηση Επιστροφή στη Γη, συμμετοχή που σήμερα χαρακτηρίζει ως «φρικτό αστείο», κάτι που χαρακτηρίζει τον κυνισμό του και το μηδενισμό του. Όντας μάρτυρας της αυξανόμενης επιρροής του κομμουνισμού στην περίοδο κρίσης που προηγήθηκε από την κατάληψη της εξουσίας από τον Χίτλερ (ο αδελφός του Μπρούνο έγινε μέλος του κόμματος), η κρίση τον ανάγκασε να αντιμετωπίσει τη μαρξιστική ιδεολογία, την οποία ποτέ του δεν κατάφερε να καταλάβει πραγματικά. Η συνάντηση αυτή τελείωσε με ρήξη, παρότι ο Ζάλομον δήλωσε ότι «κατά βάθος, ο κομμουνισμός έχει απλούστατα δίκιο»: άλλο ένα σημάδι κυνισμού, η ομολογία αυτή δεν θα έχει συνέχεια. Γλιστρώντας στο χιτλερισμό, έζησε μια ήσυχη ζωή, χωρίς έννοιες. Ακόμα κι όταν τον απωθούσαν οι ναζιστικές βιαιοπραγίες, παρέμενε απαθής, με μια απάθεια για την οποία απολογήθηκε στη γυναίκα του, σχετικά με τα πογκρόμ του Βερολίνου: «Μήπως επειδή ξέρουμε ότι δεν θα βρούμε καμία ανταπόκριση; Στην πραγματικότητα είμαστε ήδη νεκροί. Δεν μπορούμε ούτε καν να ζήσουμε από τον εαυτό μας». Ύστερα, αφού διηγήθηκε ένα επεισόδιο που μόλις είχε βιώσει, κατέληξε: «Περπάτησα την Kurfurstendamm ως το σπίτι, μέσα σε μεγάλη ένταση, και είπα στον εαυτό μου: πρέπει να υπάρχει, θα έπρεπε να υπάρχει μια Τρίτη λύση – κι αν δεν υπάρχει, τι είναι προτιμότερο, να είναι κανείς ηλίθιος ή δειλός;».

    Αυτός ο γαλήνιος κυνισμός, που τον διαχωρίζει προς όφελός του από το ρομαντικό, μυστικιστικό και στομφώδη μηδενισμό του Γιούνγκερ και της παρέας του, επιτρέπει στον Ζάλομον να σκιαγραφήσει την καθημερινή ζωή επί Χίτλερ, όπως και να ξεσκεπάσει με ρεαλισμό τη σκληρότητα και τη διαφθορά των αμερικανών «ελευθερωτών». Όμως ο πυρήνας του Ερωτηματολογίου είναι ο κυνισμός του «βίωσα». Γράφει ο Ζάλομον: «Τα κατάφερες πολύ καλά! Δεν έχεις λόγο να παραπονιέσαι! Πολύ λιγότερο από όλους όσους δεν γνωρίζεις. Και για εμένα ισχύει το ίδιο. Καλά τα καταφέραμε, Ίλε {Ille}, δεν έχουμε λόγο για μνησικακία, ανήκουμε στους ελάχιστους που δεν έχουν λόγο για μνησικακία». Η στάση του «βίωσα» ισχύει λοιπόν και για την περίοδο μετά τον πόλεμο. Η απάντηση όμως της κυρίας Ίλε είναι ακόμα πιο χαρακτηριστική, σαν μια σύνθεση όλων όσοι έζησαν κάτω από τον Χίτλερ, σαν μια σύνοψη των πραγματικών αισθημάτων της μάζας: «Πρέπει να σου πω κάτι τρομερό! Εγώ δεν τα κατάφερα! Το ξέρω, όλο αυτό τον καιρό σκεφτόμουν ότι το σημαντικότερο ήταν να τα καταφέρουμε. Αλλά δεν τα κατάφερα. Δεν είμαι πια αυτή που γνώρισες παλιά. Ότι καλύτερο και πολυτιμότερο υπήρχε μέσα μου σκοτώθηκε, το σκότωσαν. Αυτά τα δώδεκα χρόνια ήταν για εμένα φρικτά: πάντα προσπαθούσα να μη στο δείξω. Πέρα από αυτό, αν θέλεις, περάσαμε καλά, περάσαμε καλά μέρα με τη μέρα». Και η κυρία Ζάλομον και αυτός ήξεραν και οι δύο πάντα με λεπτομέρεια τι έκαναν οι Ναζί, αλλά χωρίς ποτέ να «θελήσουν να μάθουν», για να μη διακινδυνεύσουν τη σχετική άνεση και ασφάλεια της ζωής τους. Συνοψίζει ως εξής την ηθική κατάσταση που είχε προκύψει: «Αγαπώ τη ζωή και θέλω να την έχω ολόκληρη, αλλιώς καθόλου. Η ζωή όμως απαιτεί αξιοπρέπεια: όχι μόνο ένα πρόσωπο, χέρια και πόδια, αλλά αξιοπρέπεια! Αυτά τα δώδεκα χρόνια ήθελαν να με κάνουν να χάσω την αξιοπρέπειά μου. Τι νόημα έχει η ζωή χωρίς αγάπη; Ήθελα να αγαπήσω την ημέρα, τη χώρα μου, τους Γερμανούς ανάμεσα στους οποίους ζούσα, εσένα, εμένα, αλλά δεν μπορούσα. Χρειάστηκε να μάθω να περιφρονώ τα πάντα, την ημέρα, τη χώρα μας, τους Γερμανούς, εσένα, εμένα»!

    Αν και ούτε στην Ίλε δεν δείχνει ότι έβγαλε συμπέρασμα από μια τέτοια εμπειρία, αυτό το κατηγορητήριο είναι κάτι παραπέρα από κριτικό και συναισθηματικό. Έχει, τουλάχιστον σαν δυνατότητα, μια θετική διέξοδο. Εκατομμύρια Ίλε, οι περισσότερες εξίσου ελάχιστα συνειδητοποιημένες, που έζησαν τα ίδια γεγονότα, βλέπουν σήμερα με τρόμο ότι υπάρχει η προοπτική ενός πολέμου και ότι ο φασισμός ξανασηκώνει το κεφάλι. Το «Χωρίς Εμάς» των μεταπολεμικών γερμανών είναι λίγο πολύ η συγκινησιακή συνέπεια αυτού που έζησε η Ίλε φον Ζάλομον. Προς το παρόν, το «Χωρίς Εμάς» δεν εκφράζει τίποτα περισσότερο στις πλατιές μάζες από τον αυξανόμενο φόβο, το φόβο για τη ζωή και για μια μοίρα στον ήλιο. Κι εδώ βλέπουμε να προβάλει ο φόβος ενός νέου βιασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και της ακεραιότητας του ανθρώπου. Φυσικά, και σε αυτή την περίπτωση, υπάρχουν σποραδικές εκδηλώσεις μιας πιο ανεπτυγμένης συνείδησης, διακηρύξεις και τοποθετήσεις όλων αυτών που είναι διατεθειμένοι να θυσιαστούν ώστε η Γερμανία να μη γνωρίσει ξανά κάτι παρόμοιο με το χιτλερισμό. Βλέπουμε επίσης να αυξάνεται, αν και αργά και με το τίμημα μεγάλων αντιφάσεων, η συνείδηση ότι οι θιασώτες του αμερικανικού ψυχρού πολέμου και του γερμανικού του γραφείου διαχείρισης, της κυβέρνησης Αντενάουερ, ετοιμάζουν κάτι που, υπό μορφή δήθεν αντίθετη, θα μοιάζει τελικά στο χιτλερισμό.»

    Μου αρέσει!

    1. Σε ταραγμένες εποχές, προσωπικότητες όπως ο Ernst von Salomon αμφιταλαντεύτηκαν μεταξύ διαφορετικών θέσεων για να καταλήξουν στο φιλοσοφικό συμπέρασμα της τελευταίας παραγράφου. Όμως ο Παναγιώτης Βήχος υπήρξε ένας φανατικός τροτσκιστής που πάντοτε δρούσε διαβρωτικά. Σε κάθε εκφορά του λόγου του (περιλαμβανομένων των αναφορών του σε άλλους με τους οποίους προφανώς ταυτιζόταν) υπήρχε το στοιχείο της διαβρωτικής πρόθεσης που χαρακτηρίζει πάντα τους τροτσκιστές.

      Μου αρέσει!

      1. μανιτζέβελος Άβαταρ
        μανιτζέβελος

        Έδωσα τον χαρακτηρισμό «έντιμος» στον Π. Β. με βάση την εμπειρία μου στο σάιτ Πολιτικό Καφενείο στα χρόνια του β’ μισού της δεκαετίας του 2000. Στο μέσο αυτό έγραφαν και συζητούσαν, ελεύθερα, άνθρωποι όλων των ιδεολογιών, και ο Π. Β. ως ιδρυτής του μέσου δεν τους λογόκρινε. Υπήρχε επίσης μια ολόκληρη βιβλιοθήκη ιδεολογικών κειμένων, του μαρξιστικού χώρου, του αναρχικού, του ελευθεριακού, του ρομαντικού-αντικαπιταλιστικού (Καρλάιλ κλπ), στο σάιτ που τώρα δυστυχώς έχει χαθεί.

        Τον ρόλο του ανθρώπου -που δεν είναι πια εν ζωή- στα κινήματα εντός της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς δεν τον γνωρίζω, για να πω αν ήταν διαβρωτικός. Ο χαρακτηρισμός όμως «έντιμος» έχει να κάνει με την πολύχρονη διαδικτυακή εμπειρία μου μαζί του.

        Μου αρέσει!

  2. Eυχαριστω για την συμμετοχή σας και τα ενδιαφέροντα σχόλιά σας.

    Μου αρέσει!

Σχολιάστε

Design a site like this with WordPress.com
Ξεκινήστε